Sunday, May 5, 2013

την Λαμπρή !



 Ηπειρώτικα.. (doom, βαρυ, περηφανο, απο την ψυχη σου...)

 "Οι χοροί που συναντώνται στην Ήπειρο είναι ως επί το πλείστον, κυκλικοί.
Στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι χοροί στα τρία, συρτοί στα δύο και τσάμικοι (με 8,10,12 κινήσεις).
Χαρακτηριστικοί είναι επίσης και οι συγκαθιστοί χοροί (π.χ. Συρράκου, Μετσόβου, Βοβούσας κα), που είναι χοροί ερωτικοί και χορεύονται από ζευγάρια σκόρπια στο χώρο.
Κατά περιοχές όμως συναντούμε και ιδιαίτερους χορούς (Κύκλες, χοροί κοριτσιών κ.α.).
Άλλωστε η Ήπειρος είναι ένα μεγάλο μωσαϊκό, όσον αφορά στην χορευτική ιδιαιτερότητα του κάθε κομματιού της.
Το ύφος τους, σε γενικές γραμμές είναι βαρύ, επιβλητικό, δώριο.


 Η αγάπη :
 Αργότερα θα νοιώσει το σκίρτημα της αγάπης και θα χορέψει γι’ αυτό:
«Σήμερα μπήκα στο χορό, λίγη χαρά κι εγώ να βρω. Αχ δυο μάτια να πλανέψω…» και «Μαχαιρωμένο μ’ έχεις, πληγή δεν φαίνεται. Κι άλλος από τα σένα, γιατρός δεν γένεται…».
Ο γάμος : Και θα έρθει η μεγάλη ώρα του γάμου, όπου το μεγαλύτερο μέρος της διαδικασίας περνά μέσα από το χορό, το τραγούδι, το γλέντι.
Με πατινάδα θα πάρουν τη νύφη για την εκκλησία: «Ξύπνα περδικομάτα μου κι ήρθα στο μαχαλά σου, χρυσά πλεξούδια σου ‘φερα να πλέξεις στα μαλλιά σου…».
Μετά τη στέψη θα χορέψουν τα νιόγαμπρα: «Σ’ όσους γάμους κι αν επήγα τέτοια νιόγαμπρα δεν είδα. Να ‘ναι η νύφη ντουλμεράκι κι ο γαμπρός περιστεράκι…».
Και ύστερα, όλοι μέσα από το χορό, θα τιμήσουν το καινούριο ζευγάρι στο νέο του ξεκίνημα: «Νουνέ μου που στεφάνωσες τα δυο τα κυπαρίσσια, να σ’ αξιώσει ο Θεός να ‘ρθεις και στα βαφτίσια.. – Ποιος τον κάνει αυτό τον γάμο τον τρανό και τον μεγάλο. Ο πατέρας μου (η μανούλα μου, τ’ αδερφάκια μου, οι φίλοι) τον κάνει με το μέλι με το ρόιδο και μ’ αυτόν τον κόσμο όλο…»


Στιγμές της ζωής :
Η ξενιτιά. 

Κάποια στιγμή της ζωής τους θα τραγουδήσουν και θα χορέψουν για τη ξενιτιά, που ο Ηπειρώτης τη βίωσε και την πλήρωσε: «Ξενιτεμένο μου πουλί, μικρό μου χελιδόνι. Η ξενιτιά σε χαίρεται κι εγώ ‘χω τον καημό σου… Σου στέλνω μήλο σέπεται, κυδώνι μαραγκιάζει.. Σου στέλνω και το δάκρυ μου σ’ ένα χρυσό μαντήλι. Το δάκρυ μου είναι καυτερό και καίει το μαντήλι» και «Γιάννη μου το μαντήλι σου τι το ‘χεις λερωμένο; Το λέρωσε η ξενιτιά, τα έρημα τα ξένα..»
Και ο τόπος του στη δύσκολη ώρα θα έρθει στο μυαλό του «Στο Κάιρο αρρώστησα, στα Γιάννενα θα γιάννω, στην άκρη στο Καπέσοβο θα πέσω να πεθάνω..»
Ο πόλεμος. Χορεύοντας και τραγουδώντας θα τιμήσει και τον πρόγονό του, που πολέμησε για να μπορεί αυτός να γλεντάει τώρα λεύτερος:
«Στα μέσα στα Τσερίτσανα, στην ακρ' από το Σούλι. Μπουλουκμπασάδες κάθονταν ψηλά στο Παλιοκλήσι. Κι εκοίταζαν τον πόλεμον που κάμναν οι Σουλιώτες. Πώς πολεμούν μικρά παιδιά, γυναίκες σαν τους άνδρες….».
Αλλά και αυτοί οι πρόγονοι πολεμιστές, μήπως χορεύοντας δεν ετοιμάζονταν για τη μάχη;
« Οι Κλέφτες εξουρίζονταν και στα γυαλιά στολίζονταν…»


Ο Θάνατος.

 Μα και σε κείνη τη δύσκολη τη στιγμή του Θανάτου, ο Ηπειρώτης ,ο Έλληνας, πάλι θα τραγουδήσει, θα μοιρολογήσει:
«Όσες μανάδες κι αδερφές κι όσες χαροκαμένες. Ελάτε για να κλάψουμε, όλες απ’ ένα δάκρυ. Και από τα δάκρυα τα πολλά και από τα μοιρολόγια, να στήσουμε ένα ποταμό και ένα συρτό ποτάμι. Κι ο ποταμός να ‘ναι γυρτός να πάει κάτω στον Άδη. Για να νιφτούν οι άνιφτοι να πιουν κι οι διψασμένοι…».
Αλλά και αν δεν πρόκειται για δικό τους άνθρωπο που σήμερα έφυγε από αυτόν τον κόσμο, κάποια στιγμή θα θυμηθούν τον Άλλο, τον φίλο ή τον συγγενή που έφυγε από καιρό, θα σκεφτούν το ριζικό του καθενός και θα σηκωθούν να το χορέψουν: «Ένα βράδυ βγήκε ο Χάρος πάει να βρει βιολιά… Φάτε πιέτε και γλεντάτε όλοι βρε παιδιά, όποιος πάει στον κάτω κόσμο δεν ξαναγυρνά. Ψεύτικη είναι η ζωή σας, πώς να σας το πω. Ένα πρωί, ένα μεσημέρι κι ένα δειλινό..».
Και χωρίς ιδιαίτερο λόγο όμως, θα παραγγείλει στον οργανοπαίχτη ένα μοιρολόι.
Γιατί το μοιρολόι για τον Ηπειρώτη είναι εκείνο το γλυκοστάλισμα του κλαρίνου και του βιολιού, που ο άντρας στο αποκορύφωμα της χαράς, του χορού και του γλεντιού, το αποζητάει και χάνεται και διαλύεται μέσα σ΄ αυτό.
Ένα μοιρολόι, στον ήχο του κλαρίνου το βαρύ, και στου δοξαριού το θρήνο το συρτό."


http://www.e-istoria.com/117.html



No comments:

Post a Comment